Αυτοί που σκότωσαν την τέχνη


Με το βιβλίο του «Ο χειμώνας της κουλτούρας» ο γάλλος ιστορικός τέχνης Ζαν Κλερ υπογράφει ένα μανιφέστο εναντίον των Μαουρίτσιο Κατελάν, Ντέμιαν Χερστ, Τζεφ Κουνς και των ομοίων τους. Αυτών, δηλαδή, που οδηγούν τη σύγχρονη τέχνη στην καταστροφή


Το 2007 ένα γλυπτό από υαλοβάμβακα, ρετσίνι και τσιμέντο, του διάσημου Ανίς Καπούρ, πετάχτηκε στα σκουπίδια από υπάλληλο της εταιρείας φύλαξης στο Λονδίνο. Την ίδια περίοδο πάνω κάτω οι φήμες είχαν φουντώσει ότι ο καταψύκτης στην γκαλερί Saatchi είχε χαλάσει, με αποτέλεσμα να λιώσει το «Κεφάλι» του Μαρκ Κουίν, φτιαγμένο από παγωμένο αίμα.

Σαν να μην έφταναν τα κωμικοτραγικά ενσταντανέ, στην Tate Britain κάποιοι αδέσποτοι φύλακες απομάκρυναν ένα γλυπτό του Γκούσταβ Μέτσκερ που τους θύμισε, λέει, σαβούρα από πεπιεσμένο χαρτί. Δεν ξέρουμε για τους ανυποψίαστους επισκέπτες, θεατές ή άλλους φιλόμουσους, αλλά τουλάχιστον ένας άνθρωπος θα γέλασε με την ψυχή του διαβάζοντας μία από τις προηγούμενες ιστορίες. Δεν θα το 'χε μάλιστα σε τίποτε να βροντοφωνάξει στην ομήγυρη των φίλων του «μα τι άλλο είναι η σύγχρονη τέχνη εκτός από σκουπίδια;».

Στην πραγματικότητα το έχει ήδη κάνει. Κι εδώ τελειώνουν τα αστεία. Δεν πρόκειται για παραλήρημα, αλλά για την εικονοκλαστική άποψη ενός από τους σημαντικότερους ιστορικούς τέχνης της Ευρώπης. Ο 71χρονος Ζαν Κλερ έχει το θάρρος της γνώμης από την εποχή ακόμη που κολλούσε ένσημα στη βαριά βιομηχανία της Γαλλίας, ως διευθυντής του Μουσείου Πικάσο (1989-2005), αλλά και της Μπιενάλε Βενετίας το 1995. Η εκλογή του στη Γαλλική Ακαδημία το 2008 ήταν το επιστέγασμα μιας μεγάλης διαδρομής, στη διάρκεια της οποίας ο Κλερ απέκτησε διδακτορικό στις Καλές Τέχνες από το Μουσείο Φογκ του Χάρβαρντ και οργάνωσε μία από τις μεγαλύτερες εκθέσεις των τελευταίων χρόνων: τη «Μελαγχολία» στο Γκραν Παλέ πριν από έξι χρόνια. Εκεί όπου έργα από την αρχαιότητα τοποθετήθηκαν δίπλα σε πίνακες των Ντελακρουά, Βαν Γκογκ και Πικάσο, για να δώσουν περιεχόμενο στην εκλεκτική συγγένεια του υπότιτλου της έκθεσης: «Ιδιοφυΐα και τρέλα στον δυτικό κόσμο».

Οι «βλάσφημοι» και οι «αντάρτες» της σύγχρονης τέχνης έχουν μπει στο στόχαστρό του, σε μια εποχή που ο ταριχευμένος καρχαρίας του Ντέμιαν Χερστ αποτελεί το απόλυτο αισθητικό μανιφέστο της. Μοντέρνοι ή όχι, οι εκπρόσωποί της, σύμφωνα με το κατηγορητήριο του Κλερ, κοιτάζουν πρώτα στην τσέπη του φιλοθεάμονος κοινού και μετά ψάχνουν το θέμα της επόμενης εγκατάστασης που «προκαλεί για να προκαλέσει».

Είναι γκρουπαρισμένοι μάλιστα σε δύο μεγάλες κατηγορίες. Από τη μια βρίσκονται οι «εγωκεντρικοί με κακό γούστο» (Αντρές Σεράνο, Ορλάν, Σλίντι Σέρμαν) και από την άλλη οι «στρατηγοί» του μάρκετινγκ χωρίς ιδιαίτερη καλλιτεχνική αξία (Μαουρίτσιο Κατελάν, Ντέμιαν Χιρστ, Τζεφ Κουνς, Τακάσι Μουρακάμι, Τζέικ και Ντίνος Τσάπμαν). Ολοι τους, γράφει ο Κλερ στο βιβλίο «Ο χειμώνας της κουλτούρας», που μεταφράζεται σε ολοένα και περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, μπερδεύουν αδικαιολόγητα την τιμή ενός έργου με την πραγματική του αξία.

Ο γάλλος κριτικός είναι συνεπής με τον εαυτό του. Στο πρόσφατο πόνημά του, 140 σελίδες όλο κι όλο, ολοκληρώνει αυτό που ξεκίνησε με τα προηγούμενα βιβλία του και, κυρίως, την «Κριτική του μοντερνισμού». Δεν μασάει τα λόγια του ακόμη κι όταν οι αντίπαλοι υπενθυμίζουν τη ρετσινιά του συντηρητισμού: «Η αντιδραστική συμπεριφορά είναι πιο χρήσιμη ενίοτε από κάθε ψευδαίσθηση προόδου», γράφει. Απέναντι στη νέα γενιά των φαντεζί καλλιτεχνών τοποθετεί το σχεδόν θρησκευτικό συναίσθημα που προκαλούν τα έργα των - εκλιπόντων πλέον - Λούσιαν Φρόιντ και (του Σλοβένου) Ζόραν Μούσιτς.

«Εάν οποιοδήποτε μουσείο τοποθετούσε έργα του Κουνς ή του Χερστ δίπλα στους πίνακες των Βαν Αϊκ, Βερονέζε και Ρέμπραντ, θα αποδείκνυε μάλλον εύκολα το ψέμα τους, αντί να "καθιερώνει" τους πλαστογράφους, που αντλούν δύναμη μόνο και μόνο από τον τίτλο "σύγχρονοι καλλιτέχνες"». Η εικόνα των εγκαταστάσεων που μοιάζουν φτιαγμένες από σκουπίδια και η εμμονή των καλλιτεχνών να χρησιμοποιούν «μαλλιά, αίμα, σάλιο, ούρα και περιττώματα» τον οδήγησε, εξάλλου, στον χαρακτηρισμό «πολιτιστικά σφαγεία» για τις σύγχρονες γκαλερί. Μέσα σ' αυτές, οι επιμελητές της τέχνης ακολουθούν απλώς τις μόδες της εποχής αναπαράγοντας, για παράδειγμα, τον μύθο περί δήθεν «διαλόγου των πολιτισμών». Η απέχθειά του για την εμπορευματοποίηση φάνηκε και από την πολεμική του στον γαλλικό Τύπο - αλλά και το βιβλίο «Η ασθένεια των μουσείων» - για το παράρτημα του Λούβρου στο Αμπου Ντάμπι.

Πηγή: Τα Νέα, Δημήτρης Δουλγερίδης

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ξέρεται ότι: Το χαγιάτι στον ελλαδικό χώρο δεν είναι τούρκικο

Το άλογο κοιμάται όρθιο!